φυλλομέτρημα

φυλλομέτρημα
το, Ν
1. ξεφύλλισμα βιβλίου
2. βιαστικό, επιπόλαιο διάβασμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φυλλομετρώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ακρόπολις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φυλλομέτρημα — το, ατος 1. το μέτρημα των φύλλων βιβλίου. 2. η βιαστική ανάγνωση βιβλίου, το ξεφύλλισμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φυλλομέτρηση — η, Ν το φυλλομέτρημα. [ΕΤΥΜΟΛ. < φυλλομετρώ. Η λ., στον λόγιο τ. φυλλομέτρησις, μαρτυρείται από το 1877 στον Κ. Σάθα] …   Dictionary of Greek

  • ξεφύλλισμα — το, ατος 1. αφαίρεση ή αραίωση φύλλων φυτού: Φούντωσε η κληματαριά και θέλει ξεφύλλισμα. 2. αφαίρεση των πετάλων λουλουδιού: Το ξεφύλλισμα της μαργαρίτας. 3. φυλλομέτρημα του βιβλίου, γρήγορη και αποσπασματική ανάγνωση: Με το ξεφύλλισμα του… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φυλλολόγημα — το, ατος 1. η συλλογή φύλλων φυτού που καλλιεργείται γι αυτό το σκοπό (π.χ. της μουριάς). 2. η αφαίρεση τμήματος από τα φύλλα φυτών την εποχή της βλάστησης, το φυλλομάδημα. 3. βιαστική ανάγνωση, φυλλομέτρημα, ξεφύλλισμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φυλλομέτρηση — η το φυλλομέτρημα (βλ. λ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”